Η παραδοσιακή μουσική είναι η ταυτότητά μας, οι ρίζες μας. Είναι η πυξίδα που μας δείχνει από πού ερχόμαστε, ποιοι είμαστε και πού πάμε. Μέχρι τον 19ο αιώνα τα ρωμέικα τραγούδια, όπως ονομάζονταν για να ξεχωρίζουν από τα τούρκικα, κρατώντας στοιχεία από την αρχαιότητα και την αρχαία τραγωδία, όπως το κυκλικό σχήμα του χορού, διένυσαν εκατοντάδες χρόνια ταξιδεύοντας μέσα από την προφορική παράδοση, συγκροτώντας αυτό που λέμε σήμερα ελληνική παραδοσιακή μουσική. Εμείς λοιπόν συναντήσαμε τη Smyrna Οrchestra, ένα πολυφωνικό σχήμα που αποτελείται από 6 καταπληκτικά κορίτσια, που παίζουν και τραγουδάνε αυθεντική ελληνική παραδοσιακή μουσική. Χωρίς το παρελθόν στο παρόν, το μέλλον διαγράφεται αμφίβολο και επιφανειακό…
Πώς γεννήθηκε η ορχήστρα Smyrna;
Πένυ Παπακωνσταντίνου: Γεννήθηκε πριν περίπου 5 χρόνια. Ξεκίνησε από μια ιδέα του Ανδρέα Τσεκούρα , να συσταθεί μια ορχήστρα ελληνικής παραδοσιακής μουσικής αποτελούμενη από κορίτσια, καθώς δεν υπήρχε ούτε υπάρχει κάτι αντίστοιχο. Κατά καιρούς και όπως είναι φυσικό, έχουν αλλάξει διάφορα άτομα μέσα στην ορχήστρα γιατί είναι δύσκολο μια μπάντα να παραμείνει με τα ίδια μέλη από την αρχή μέχρι το τέλος. Ουσιαστικά, είναι σαν πολλά άτομα να υλοποιούν την ιδέα.
Τι όργανα έχετε στην ορχήστρα;
Χρυσάνθη Τζοβάνη: Εγώ παίζω κρουστά, η Πένυ παίζει λάφτα (πολίτικο λαούτο), η Μερόπη Βλαχογιάννη ακορντεόν, η Κάλια Καμπούρη κανονάκι, η Ελευθερία Κουρλιά κιθάρα και η Σταυρούλα Σπανού σαντούρι. Και φυσικά τραγουδάμε όλες!
Τι σας οδήγησε στην παραδοσιακή μουσική;
Π.Π. Προσωπικά μέχρι τα 18 δεν είχα καμία επαφή με την παραδοσιακή μουσική. Έκανα κλασσικό τραγούδι στο ωδείο και στις τελικές εξετάσεις, η πιανίστα μου πρότεινε να συμμετέχω σε μία γυναικεία παραδοσιακή χορωδία και της είπα ότι δε με ενδιαφέρει. Επέμεινε να πάω να δω τουλάχιστον και με το που άνοιξα την πόρτα και είδα τι κάνουνε παράτησα τα πάντα και ξεκίνησα να ασχολούμαι επισταμένα μόνο με αυτό!
Χρ.Τζ. Για μένα έπαιξε σημαντικό ρόλο η οικογένειά μου και ο τόπος καταγωγής μου, διότι είμαι Μυτιληνιά από μουσική οικογένεια. Η μαμά μου τραγουδούσε στην ορχήστρα του δήμου για αρκετά χρόνια, ο αδερφός μου είναι μουσικός και ο θείος μου επίσης. Έτσι είδαν ότι είχα κάποιο ταλέντο στη μουσική και με πήγαν σε μουσικό σχολείο. Εκεί ανακάλυψα το ούτι, που το λάτρεψα. Πιο πριν έκανα κρουστά και κάποια δυτικά μουσικά όργανα, όπως το πιάνο. Δεν ξέρω, ίσως είναι και λίγο οι παππούδες που τραγουδούσαν, λίγο η Τουρκία από δίπλα μας που πιάναμε τα κανάλια τους και ακούγαμε σάζια – εκεί ερωτεύτηκα νομίζω. Μετά με πήγε μόνο του, έκανα αυτό που αγαπούσα χωρίς να σκέφτομαι τίποτα. Ακόμα κι όταν ξεκίνησα την πρώτη μου δουλειά ως μουσικός ήταν από σπόντα, έτυχε. Νιώθω πολύ τυχερή, το ένα έφερνε το άλλο. Δε σκεφτόμουν ποτέ ότι θα έκανα αυτό το επάγγελμα. Πάλι κάτι καλλιτεχνικό είχα στο μυαλό μου, γιατί μου αρέσει πάρα πολύ η φωτογραφία, αλλά τελικά αυτό αγάπησα και αυτό με πήγε από μόνο του.
Είναι εύκολη η συνύπαρξη 6 κοριτσιών;
Π.Π. Πολύ εύκολο! Γιατί να μην είναι άλλωστε; Τι διαφορά μπορεί να έχει από μία μεικτή ορχήστρα ή από μία ανδρική; Το μόνο «αρνητικό» είναι ότι μπορεί ν’ αργήσουμε να ετοιμαστούμε για το live ας πούμε (γέλια)…
Χρ. Τζ. Ή ν’ αργήσουμε να πάμε στο live (γέλια)
Π.Π. Καταρχήν είναι πολύ ωραίες οι πρόβες μας! Σκέψου το πιο απλό: έχουμε πάντα κάτι να φάμε και κάτι να πιούμε.
Το πολυφωνικό πώς προέκυψε;
Π.Π. Πολυφωνία έχουμε σε πάρα πολλές περιοχές της Ελλάδας και μας αρέσει να πειραματιζόμαστε. Είμαστε όλες μουσικοί και τραγουδάμε κι αυτό βοηθάει. Είναι πλεονέκτημα της ορχήστρας και το δουλεύουμε αρκετά, γιατί έχει ένα βαθμό δυσκολίας ώστε αυτό που ακούει ο ακροατής να είναι κουρδισμένο, να είναι μία ανάσα, μία κατάληξη.
Στα παραδοσιακά διατηρείτε την ντοπιολαλιά που είχαν οι γιαγιάδες;
Π.Π. Διατηρείται η ντοπιολαλιά, γιατί αλλιώς δεν έχει νόημα. Δε μεταφράζεις τι λέει το τραγούδι. Σημασία έχει να συνεχίσεις να διατηρείς το στίχο, τη μουσική θα τη φέρεις λίγο στο παίξιμο του εκάστοτε μουσικού. Αλλά θεωρώ ότι το να κρατάς τη ντοπιολαλιά είναι πολύ σημαντικό, γιατί κάθε περιοχή έχει το δικό της ιδίωμα, δε μπορείς να το χαλάσεις– είναι σα να λες ένα άλλο κομμάτι. Προσπαθούμε να είμαστε όσο πιο κοντά γίνεται στο πρωτότυπο, άλλωστε και οι εκτελέσεις των κομματιών που διαβάζουμε είναι οι πρωτότυπες.
Αυτό δεν απαιτεί από πίσω πολλή έρευνα;
Π.Π. Ναι, έχει έρευνα. Και πολύ παππού και γιαγιά βέβαια! Όπου πετύχουμε παππού και γιαγιά, σταματάμε!
Ποια η γνώμη σας για τους ερευνητές της παραδοσιακής μουσικής;
Π.Π. Είμαστε πολύ τυχεροί που άνθρωποι σαν το Σίμωνα Καρά και τη Δόμνα Σαμίου έκαναν τόσο μεγάλη δισκογραφική καταγραφή για να μπορούμε εμείς σήμερα να έχουμε υλικό στα χέρια μας για επεξεργασία. Είναι βέβαια και πολύ μεγάλη συγκίνηση ν’ ακούς ιστορίες απευθείας απ’ τους παππούδες, σου δίνει άλλη αίσθηση για το τραγούδι. Βιώνεις το στίχο κατά κάποιο τρόπο . Δηλαδή, αν ένα κομμάτι μιλάει για ξενιτιά και για τη μάνα που χάνει το παιδί της, εγώ δεν μπορώ να το καταλάβω. Νιώθω την ξενιτιά μ’ έναν άλλο τρόπο, προσπαθώ όμως να μπω στη θέση της και να καταλάβω πώς το βίωσε.
Είναι εύκολο;
Π.Π. Είναι ρόλος. Ερμηνευτικά δηλαδή είναι ρόλος. Και πάλι, δεν είναι το 100%, αλλά προσπαθείς να το φέρεις λίγο στα δικά σου δεδομένα, στα δικά σου βιώματα. Πάντως, αυτή η μουσική έχει μαγεία, γιατί με πολύ απλές λέξεις λες όλο το νόημα. Ενώ σήμερα ακούς μουσική και χάνεσαι, μπερδεύεσαι. Το παραδοσιακό τραγούδι κρύβει μεγάλη ειλικρίνεια. Η μουσική ήταν η καθημερινότητά τους, οι χαρές και οι λύπες τους, τα πάντα εκφραζόντουσαν μέσα από τη μουσική. Ήταν πιο απλά τα πράγματα, τώρα τα έχουμε μπλέξει λίγο νοηματικά και χανόμαστε χωρίς να υπάρχει λόγος.
Απ’ όσο ξέρω είναι έτσι κι αλλιώς δύσκολο να ασχολείται κάποιος σήμερα με τη μουσική γενικά, πόσο μάλλον με την παραδοσιακή μουσική! Είναι δύσκολο για μία πολυμελή ορχήστρα σαν τη Smyrna;
Π.Π. Είναι δύσκολα, αλλά μάθαμε έτσι. Η δική μας γενιά δεν έμαθε στις παχυλές αμοιβές ούτε στη δισκογραφική που θα της κάνει την παραγωγή. Πάντα παλεύαμε μόνοι μας, οπότε δεν μας είναι περίεργο.
Λόγω αυτής της κατάστασης, δε μένουν στη μουσική μόνο όσοι έχουν πραγματική αγάπη και μεράκι γι’ αυτό;
Π.Π. Όχι απαραίτητα. Τώρα πια δεν το βλέπουμε σαν επάγγελμα, αφού πολλοί από εμάς έχουμε και πρωινή δουλειά. Πλέον γίνονται πολλές παραγωγές, γιατί μπορείς κι εσύ αύριο να κάνεις δίσκο αν διαθέσεις ένα μικρό ποσό. Απλά έχουμε φτάσει στο άλλο άκρο τώρα. Παλιότερα ήταν οι δισκογραφικές που ορίζανε ποιος καλλιτέχνης ξεχωρίζει και γίνονταν πολύ πιο επιλεκτικά τα πράγματα. Τώρα με το ίντερνετ, το YouTube και με όλες τις μικρές δισκογραφικές που έχουν ανοίξει, μπορεί ο καθένας να κάνει μουσική. Υπάρχει μια πληθώρα δίσκων αλλά ο κόσμος πια αρχίζει και ξεσκαρτάρει. Αλλά και στο ραδιόφωνο πολλά απ’ τα τραγούδια που παίζονται είναι πληρωμένα. Γι’ αυτό έχουν ανέβει σε ακροαματικότητες τα ιντερνετικά, που κάνουν πάρα πολύ καλή δουλειά. Σε παίρνουν τηλέφωνο και σου λένε θέλω να σε παίξω, χωρίς να τους κυνηγάς και να τους παρακαλάς. Κι είναι ωραίο αυτό το πράγμα.
Χρ. Τζ. Εγώ έχω δουλέψει παλιά στα μπουζούκια και πέρασα πάρα πολύ ωραία, να σου πω την αλήθεια. Είναι άλλος κόσμος, άλλο πράγμα. Οι καλλιτέχνες αυτού του χώρου είναι πιο αυθεντικοί και ομολογώ ότι θα το ξανάκανα. Απ’ την άλλη είναι κι αυτό με την παραδοσιακή μουσική… Για παράδειγμα τα κορίτσια τα παρακολουθούσα χρόνια – από μακριά φυσικά. Και η αλήθεια είναι ότι το ζήλευα αυτό το πράγμα, δυστυχώς όμως δε γίνεται να γίνεις δυο κομμάτια. Πρέπει να προσαρμοστείς στους χρόνους, στα παιξίματα, στις πρόβες. Οι πρόβες είναι η ψυχοθεραπεία μου.
Π.Π. Κι εμένα. Όταν έχουμε πρόβα, φεύγω απ’ τη δουλειά κουρασμένη και μόλις ξεκινήσουμε περνούν όλα. Είναι μαγικό αυτό στη Smyrna: ότι ανταμώσαμε δεν έγινε επί τούτου, απλά συνέβη. Και με τη Χρύσα και με όσα κορίτσια έχουν συμμετάσχει κατά καιρούς δε γνωριζόμασταν όταν πρωτοξεκίνησα την ορχήστρα κι έψαχνα μέλη.
Χρ. Τζ. Υπάρχει πολύ καλό κλίμα μεταξύ μας, δεν υπάρχει κανένα μαλλιοτράβηγμα στο backstage (γέλια). Αναπτύσσονται κι άλλοι κώδικες μεταξύ μας πια.
Π.Π. Όντως! Για παράδειγμα την ώρα του live εμείς πάνω έχουμε άλλη επικοινωνία από αυτή που καταλαβαίνετε κάτω. Άλλωστε είμαστε έξι διαφορετικές κοπέλες, που αν θίξεις ένα θέμα θ’ ακούσεις έξι διαφορετικές απόψεις, καταφέρνουμε όμως πάντα να βγάλουμε συμπέρασμα.
Αυτός είναι και ορισμός της ομάδας…
Π.Π. Μα είμαστε ομάδα, δεν υπάρχει κάποιος που λέει ποιος θα κάνει τι, έχεις ελευθερία σε όλο αυτό. Εγώ θέλω μουσικά η καθεμία να είναι ο εαυτός της. Θα βοηθήσει η μία την άλλη σε κάτι που ενδεχομένως κάποια κατέχει λίγο καλύτερα, αλλά στο τέλος θέλουμε ο καθένας να βγάλει τον εαυτό του.
Πώς δέχεται το κοινό την παραδοσιακή μουσική;
Π.Π. Πετυχαίνουμε το πάρα πολύ ωραίο να έρχεται νέος κόσμος, γιατί τώρα τα νέα παιδιά αρχίζουν να ασχολούνται πολύ περισσότερο απ’ ότι παλιότερα με την παραδοσιακή μουσική – είτε με χορευτικά είτε με όργανα. Τραγουδάει, χορεύει! Το γεγονός ότι είμαστε κοπέλες είναι concept από μόνο του και τραβάει την προσοχή. Όσον αφορά τους μουσικούς, μας κοιτούν με λίγο περίεργο μάτι, του στυλ «εντάξει, τι θα μας παίξουν τώρα 6 κοριτσάκια;», αλλά μετά το live αλλάζει αυτό. Μας έχουν ρωτήσει πολλές φορές αν θεωρούμε ότι οι άντρες μουσικοί είναι καλύτεροι απ’ τις γυναίκες, αλλά ουσιαστικά είναι άλλη αντιμετώπιση στη μουσική, πολύ διαφορετική. Σκέψου ότι ο άντρας παίζοντας μουσική θα κοιτάξει να βγει μπροστά, να πάρει τη στιγμή μ’ ένα ταξίμι, ένα σόλο. Οι γυναίκες, τουλάχιστον εμείς ,κάνουμε πιο συνολική δουλειά και δεν υπάρχει ανταγωνισμός σ’ αυτό που κάνουμε, δεν κοιτάει να ρίξει η μία την άλλη.
Παίζετε τα τραγούδια όπως μας δόθηκαν από τους παλιούς ή τα διασκευάζετε ώστε να βρίσκονται στο σήμερα;
Π.Π. Το όλο project ξεκίνησε με σκοπό να επανεκτελέσουμε παραδοσιακά κομμάτια από πρωτότυπες εκτελέσεις, πειράζοντάς τα μέσα από τη δική μας οπτική. Για παράδειγμα, κάναμε πολυφωνικά κάποια κομμάτια που δεν είναι πολυφωνικά στην πρώτη εκτέλεση ή στο δίσκο που κάναμε τώρα, με τίτλο «Θα τραγουδήσω αγαληνά», μπλέξαμε κομμάτια μεταξύ τους. Ας πούμε, παίζουμε τις δύο εκτελέσεις του «Εγώ κρασί δεν έπινα», τη σμυρνέικη με την ηπειρώτικη μαζί, δείχνοντας έτσι το κοινό χαρακτηριστικό που έχουν διάφορες περιοχές όσον αφορά το στίχο. Όλος ο δίσκος στήθηκε πάνω σε αυτό το concept αλλά και στην προσπάθειά μας ν’ αναδείξουμε κομμάτια που δεν έχουν δισκογραφηθεί με αυτό τον τρόπο .Επιλέχθηκαν πολύ προσεκτικά και επανεκτελέστηκαν πολύ προσεκτικά.
Έχετε κάνει κάποιο άνοιγμα στο εξωτερικό;
Π.Π. Αυτό προσπαθούμε να κάνουμε τώρα. Θεωρούμε ότι έξω υπάρχει ενδιαφέρον, ίσως περισσότερο απ’ ότι στην Ελλάδα δυστυχώς. Έχει τύχει να παίξω στο εξωτερικό κι έζησα ένα κοινό που δεν έχω ζήσει στην Ελλάδα. Το να βλέπω τον Άγγλο να προσπαθεί να χτυπήσει με τα χέρια του μαντηλάτο είναι μεγάλη εμπειρία. Από τη δική μας μεριά, νιώθεις πολύ υπερήφανος που διαδίδεις αυτό το είδος στον κόσμο και βλέπεις την ανταπόκρισή του. Γιατί είναι η ιστορία μας, είναι η Ελλάδα στην ουσία.
Υπάρχει μια τάση το τελευταίο διάστημα να επιστρέψουμε στα παλιά πράγματα;
Π.Π. Τώρα που ξεφούσκωσε όλο αυτό το μπαλόνι, νομίζω ότι έχουμε αρχίσει να επιλέγουμε να ζούμε λίγο πιο ανθρώπινα. Πριν είχαμε ξεφύγει λίγο. Εγώ θέλω να ξαναγυρίσουμε στις γειτονιές.
Δεν είχε επικρατήσει λίγο ο μιθριδατισμός, δηλαδή το παράλογο το βλέπαμε λογικό και το λογικό παράλογο;
Π.Π. Ποιος το κάνει αυτό όμως; Ποιος βάζει τα όρια; Το λογικό, το ωραίο, το καλλιτεχνικό, το σωστό ή μη είναι εντελώς προσωπικά θέματα. Αν η δική μου αισθητική ή δική μου ευφορία δε συμπίπτει με τη δική σου, γιατί να είναι κάτι σωστό ή λάθος; Θα δεχτείς αυτό που αρέσει σε εμένα ή θα μου επιβάλλεις το δικό σου;
Μπορείς να διασκεδάζεις και στα μπουζούκια και στις μουσικές σκηνές;
Π.Π. Πολλοί άνθρωποι το κάνουν. Τα μπουζούκια είναι η εκτόνωση και ο χαβαλές, είναι το τζέρτζελο που γίνεται. Αυτό δεν είναι η Ελλάδα; Αυτό δε σου πλασάρουν τόσα χρόνια; Και στην τελετή λήξης των Ολυμπιακών Αγώνων αυτό που δείξαμε είναι ότι ανεβαίνουμε πάνω στα τραπέζια, σπάμε και πετάμε λουλούδια. Η Ελλάδα έχει τα πάντα.
Η εμπειρία σας από τις ζωντανές σας εμφανίσεις πώς είναι;
Π.Π. Η επαρχία έχει αυτό το τοπικιστικό. Εκεί που δυσκολευτήκαμε πάρα πολύ ήταν στην Ήπειρο, όπου μόνο μόλις παίξαμε Ηπειρώτικα ξεκίνησε η συναυλία για το κοινό. Γενικότερα έχουμε ανοίξει πολύ το πρόγραμμα, γιατί και στην Αθήνα όταν παίζουμε θα έρθει κόσμος που θα θέλει ν’ ακούσει τα τραγούδια της περιοχής του. Οπότε παίζουμε από Θράκη, Μακεδονία, Ήπειρο, νησιά μέχρι Καππαδοκία, Πόντο, Σμύρνη, Κωνσταντινούπολη, Κρήτη. Τα παίζουμε όλα! Από Επτάνησα δεν παίζουμε κάτι, αλλά ευτυχώς μέχρι τώρα δεν μας έχει παραπονεθεί κανείς (γέλια).
Στα live προσπαθείς να ισοσταθμίσεις την ενέργεια της σκηνής με το κοινό. Παλιότερα, ας πούμε, έβαζαν τους τραγουδιστές και την ορχήστρα στο πάλκο, που σηματοδοτούσε μία άμεση διαφοροποίηση των πάνω με των κάτω, ένα «δε μπορείς να μου μιλήσεις, να με αγγίξεις». Τώρα αυτό το μοντέλο έχει διαφοροποιηθεί πάρα πολύ. Ουσιαστικά, το θέμα είναι τι επικοινωνία θέλεις να έχεις με τον κόσμο, γιατί στο τέλος-τέλος τη μουσική σου θέλεις να επικοινωνήσεις. Το ωραίο είναι όταν σου λένε ότι η μουσική σου με έχει βοηθήσει σε δύσκολες στιγμές ή όταν δεν είμαι καλά, ακούω το τάδε τραγούδι σου. Αυτό είναι ό,τι καλύτερο μπορείς ν’ ακούσεις! Και στο live για την επικοινωνία παίζουμε, προσπαθούμε να μεταδώσουμε – να πάρεις, να μου στείλεις πίσω, να γίνει αυτή η ανταλλαγή.
Πού θα σας δούμε;
Π.Π. 12 Σεπτεμβρίου θα παίξουμε στη μουσική σκηνή «Άλικο» (Αγ. Δημητρίου 16,Ψυρρή). Σας περιμένουμε!
Συνέντευξη: Β. Αναγνωστοπούλου, Σ. Κοζανίδου | Φωτογραφίες: Μ. Σαρρή/Tech Matrix